indignidad - ορισμός. Τι είναι το indignidad
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι indignidad - ορισμός


indignidad      
Derecho.
Motivo de incapacidad sucesoria por mal comportamiento grave del heredero o legatario hacia el causante de la herencia o los parientes inmediatos de este.
indignidad      
indignidad
1 f. Cualidad de indigno.
2 Acción indigna. *Canallada o mala acción cometida contra alguien.
3 Der. Motivo de incapacidad para recibir una herencia, consistente en el mal comportamiento del presunto heredero hacia el causante o sus parientes inmediatos.
4 (ant.) Indignación.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για indignidad
1. "Que el ministro de Justicia cuestione la figura del presidente del Supremo es una indignidad.
2. En consecuencia, si el coste de la paz es la indignidad, seguirá matando.
3. El fracaso político y militar sí puede serlo, pero la indignidad personal, definitivamente no.
4. La indignidad en la que viven las pacientes es terrible: en los últimos años, el Moyano ha sido un descontrol".
5. Lo único que he quitado es que se cachee a los investigadores, que me parece una indignidad.
Τι είναι indignidad - ορισμός